Griechisch-Portugiesisch Übersetzung für εμπόδιο

  • barreira
  • impedimentoO exército é, simultaneamente, um factor de estabilidade e um impedimento ao exercício da democracia. Ο στρατός αποτελεί τόσο παράγοντα σταθερότητας όσο και εμπόδιο στη δημοκρατία. Trata-se de um importante impedimento à criação de emprego e mesmo ao crescimento. Πρόκειται για ένα πολύ σημαντικό εμπόδιο τόσο για τη δημιουργία θέσεων απασχόλησης, όσο, βεβαίως, και για την οικονομική μεγέθυνση.
  • obstáculoO maior obstáculo é a vontade política. Το μεγαλύτερο εμπόδιο είναι η πολιτική βούληση. As questões bilaterais não devem constituir um obstáculo. Τα διμερή ζητήματα δεν πρέπει να αποτελούν εμπόδιο.
  • obstrução
  • empecilho
  • entraveA regra existente de "um fundo, um projecto" constitui decididamente um entrave. Ο υφιστάμενος κανόνας "ένα ταμείο, ένα έργο" αποτελεί σαφές εμπόδιο.
  • estorvo
  • freio
  • óbice
  • tolhimento
  • trambolho
  • travanca

Häufigste Anfragen

Beliebte Wörterbücher

Übersetzung.cc

Übersetzung.cc ist ein kostenloses Online Wörterbuch. Mehr als 14 Millionen Übersetzungen.

AGB   Datenschutz   Cookie   Kontakt

In EnglishEn españolPå svenskaSuomeksiEestikeelne

Mindmax

Quelle: Wiktionary.
Lizenz: Creative Commons Attribution-ShareAlike.
© 2004-2024 Übersetzung.cc